Μια ακόμη θερινή τουριστική περίοδος αρχίζει. Η Θεσσαλονίκη, χάρη στην πετυχημένη πολιτική τουριστικής προβολής της απερχόμενης διοίκησης του Δήμου, αναμένει αυξημένη τουριστική κίνηση.

Το ζήτημα όμως είναι ότι η ανάπτυξη αυτή δεν φαίνεται να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής ούτε των υποψηφίων Δημάρχων, αλλά ούτε και των ψηφοφόρων. Σημαντικά ζητήματα σχετικά με τον τουρισμό παραμένουν εκκρεμή ή επιδεινώνονται. Ένα από αυτά είναι και η κατάσταση και αξιοποίηση των πλούσιων σε αισθητική και ιστορική αξία μνημείων μας, πολλά από τα οποία παραμένουν εδώ και χρόνια χωρίς στοιχειώδεις εργασίες συντήρησης. Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα είναι ότι τα μνημεία αυτά δεν προβάλλονται και δεν αναδεικνύονται σωστά.

Τα ρωμαϊκά μνημεία

Μια ακόμη θερινή τουριστική περίοδος αρχίζει. Η Θεσσαλονίκη, χάρη στην πετυχημένη πολιτική τουριστικής προβολής της απερχόμενης διοίκησης του Δήμου, αναμένει αυξημένη τουριστική κίνηση.

Το ζήτημα όμως είναι ότι η ανάπτυξη αυτή δεν φαίνεται να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής ούτε των υποψηφίων Δημάρχων, αλλά ούτε και των ψηφοφόρων. Σημαντικά ζητήματα σχετικά με τον τουρισμό παραμένουν εκκρεμή ή επιδεινώνονται. Ένα από αυτά είναι και η κατάσταση και αξιοποίηση των πλούσιων σε αισθητική και ιστορική αξία μνημείων μας, πολλά από τα οποία παραμένουν εδώ και χρόνια χωρίς στοιχειώδεις εργασίες συντήρησης. Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα είναι ότι τα μνημεία αυτά δεν προβάλλονται και δεν αναδεικνύονται σωστά.

Παράλληλα, πρόκειται για δύο μνημεία που μπορούν να προβληθούν ως εξαιρετικά σημαντικά, αρκεί να επενδυθούν με την κατάλληλη εξιστόρηση. Μας έρχονται από μια περίοδο όταν η Θεσσαλονίκη είχε καταστεί η σημαντικότερη πόλη στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και έδρα του Καίσαρα. Η Καμάρα αναπαριστά σκηνές από έναν θρίαμβο της Αυτοκρατορίας εναντίον του μεγάλου αντιπάλου της εποχής, της Περσίας. Η Ροτόντα προοριζόταν για μαυσωλείο του Καίσαρα, ή ειδωλολατρικός ναός. Συμπυκνώνει τρεις πολιτισμούς, ρωμαϊκό, βυζαντινό, οθωμανικό. Μαζί ορθώνονται σε ένα σημείο της Εγνατίας οδού, το οποίο ένωνε τη Δύση με την Ανατολή, την παλιά Ρώμη με τη νέα Ρώμη. Όλα αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να συνθέσουν ένα αφήγημα που, με την κατάλληλη προβολή, θα τόνιζε την Θεσσαλονίκη ως σημαντικό ιστορικό κέντρο και θα άφηνε ένα έντονο αποτύπωμα στον κάθε επισκέπτη.

Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τα υπόλοιπα ρωμαϊκά μνημεία, όπως τα ανάκτορα του Γαλερίου ή την αρχαία ρωμαϊκή αγορά. Χωρίς κάποιο πλαίσιο, δεν βλέπει κανείς παρά μόνο κάποιες πέτρες. Οι υπάρχουσες πληροφοριακές πινακίδες είναι γραμμένες αποκλειστικά σε «αρχαιολογική διάλεκτο» και όχι μόνο δε βοηθούν, αλλά μπορούμε να πούμε πως απωθούν. Φαντασθείτε τον τουρίστα που επισκέπτεται την αρχαία ρωμαϊκή αγορά και διαβάζει ότι «…δημιουργήθηκε διπλή υπόγεια θολοσκεπής στοά (cryptoporticus), η οποία λειτουργούσε ως υποδομή της υπερκείμενης κορινθιακής στοάς και ως ανάλημμα της μεγάλης πλατείας». Μάλλον θα νιώσει πως όλο αυτό δεν τον αφορά, ή πως είναι πολύ λίγος για να το καταλάβει.

Οι βυζαντινές εκκλησίες

Πολλά πρέπει να γίνουν και στις βυζαντινές εκκλησίες μας. Από το 1988 έχουν αναγνωριστεί από την UNESCO ως μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, όμως πολλές από αυτές χρειάζονται άμεσα έργα συντήρησης και μια μέριμνα για να ανοίξουν στο κοινό.

Οι Άγιοι Απόστολοι, ο Προφήτης Ηλίας και η Αγία Αικατερίνη παραμένουν κλειστά χωρίς καμία σήμανση για ώρες λειτουργίας. Οι δύο πρώτοι ναοί χρειάζονται άμεσα έργα ανακαίνισης, τόσο στα παράθυρα όσο και στον περίβολό τους. Η κρύπτη μαρτυρίου του Αγίου Δημητρίου, ένα πολύ υποβλητικό και βιωματικά συγκινητικό σημείο της πόλης, δεν διαθέτει απολύτως καμία σήμανση και κλείνει καθημερινά στις 14:45.