Άρθρο των Γιάννη Καραμήτσιου και Μαρίας Ζουρνά στη “ΜτΚ”

Οι δημοτικές υπηρεσίες μιας πόλης έχουν πολύ μικρό κλιματικό αποτύπωμα σε σχέση με τον πληθυσμό της. Συγκριτικά εκπέμπουν ελάχιστες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου και η δραστηριότητά τους είναι χαμηλής περιβαλλοντικής έντασης. Ωστόσο, μπορούν να δώσουν το στίγμα για τη συμπεριφορά όλης της πόλης και να εμπνεύσουν τους πολίτες για ένα πιο αειφόρο μοντέλο ζωής.

Το 2014 ο δήμος Θεσσαλονίκης παρουσίασε το δικό του «Σχέδιο Δράσης για την Αειφόρο Ενέργεια». Παρουσίασε αναλυτικά τις εκπομπές του Δήμου σε ισοδύναμα διοξειδίου του άνθρακα μαζί με προτάσεις για τις δράσεις που θα μπορούσαν να υλοποιηθούν, με την παράθεση μιας μεγάλης σειράς δεδομένων, αν και κάπως ξεπερασμένων ήδη, λόγω της παρέλευσης οκταετίας έκτοτε.

Θα θέλαμε στη συνέχεια να αναφέρουμε συνοπτικά έξι δράσεις που θα πρέπει να αναλάβει ο Δήμος Θεσσαλονίκης, για να δώσει το στίγμα μιας οικολογικής ανάπτυξης για όλους τους πολίτες, αλλά και τους μικρότερους δήμους:

1. Πράσινες μεταφορές

Ο δημοτικός στόλος περιλαμβάνει 246 φορτηγά και απορριμματοφόρα, 10 λεωφορεία, 33 τρίκυκλα, 98 δίκυκλα, 91 μηχανήματα έργου (γερανούς, φορτωτές, εκσκαφείς, καδοφόρα κ.ά.), 31 οχήματα μεταφοράς προσωπικού. Όλα είναι συμβατικής τεχνολογίας, και μόνο 4 ηλεκτροκίνητα φορτηγά είναι ηλεκτροκίνητα. Από αυτά το παλαιότερο έχει έτος κυκλοφορίας το 1996, ενώ τα περισσότερα ανάγονται στη διετία 2014-2015. Σε εξέλιξη βρίσκεται η πιλοτική προμήθεια ακόμη 12 ηλεκτροκίνητων οχημάτων, 8 φορτηγών και 12 δικύκλων, με χρήση της εγκεκριμένης από το 2018 χρηματοδότησης 50 ηλεκτροκίνητων οχημάτων από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Όλα τα δημοτικά οχήματα θα πρέπει να αντικατασταθούν από ηλεκτρικά -ας θέσουμε ως επιθυμητό ορίζοντα το 2028.

Η ετήσια κατανάλωση συμβατικών καυσίμων (αμόλυβδης βενζίνης και πετρελαίου diesel) για το δημοτικό στόλο ανέρχεται σε 2.500.000 ευρώ, σύμφωνα με τον τελευταίο διαγωνισμό, πριν τις πρόσφατες ανατιμήσεις. Με δεδομένη την ραγδαία αύξηση του κόστους των συμβατικών καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και το υψηλό κόστος αντικατάστασης των συσσωρευτών (μπαταριών), θα πρέπει ίσως να εκπονηθεί και εναλλακτικό σενάριο για την αντικατάσταση των βαρέων οχημάτων και ιδίως των απορριμματοφόρων με τεχνολογία περισσότερο οικολογική και λιγότερο ενεργοβόρα και ρυπογόνα, όπως αθόρυβους κινητήρες υδρογόνου. Όλα αυτά προϋποθέτουν την εκπόνηση ενός λεπτομερούς επιχειρησιακού πλάνου, πάνω στο οποίο θα προγραμματιστούν οι επόμενες επενδύσεις του δήμου, με σκοπό τη βέλτιστη αξιοποίηση των ανταποδοτικών τελών.

Ο δήμος Θεσσαλονίκης είναι σε θέση επίσης να πιέσει θεσμικά για την πλήρη μετατροπή του στόλου των αστικών λεωφορείων σε ηλεκτρικό, σε έναν ορατό χρονικό ορίζοντα. Το υπουργείο Μεταφορών έχει κάνει ήδη μία θετική αρχή προς αυτή την κατεύθυνση, με διαγωνισμό για την προμήθεια άνω των 200 ηλεκτρικών λεωφορείων μέχρι το 2023.

Επιπλέον σε συνδυασμό με την έγκριση και εφαρμογή του Σχεδίου Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας, ο Δήμος θα πρέπει να υποστηρίξει την επέκταση του δικτύου ασφαλών ποδηλατόδρομων με σφιχτό χρονοδιάγραμμα, όπως και την ηλεκτροκίνηση των πολιτών στις ιδιωτικές τους μετακινήσεις και να διευκολύνει την πρόσβασή τους σε σταθμούς φόρτισης, εντός αλλά και εκτός του αστικού ιστού. Στη Θεσσαλονίκη έχει εκπονηθεί σχέδιο για εγκατάσταση 225 τέτοιων σταθμών μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, διάστημα αδικαιολόγητα μακρύ για ένα έργο απλό από τεχνική άποψη.

Παράλληλα με τις υποδομές, είναι ανάγκη να υλοποιηθούν δράσεις από το Δήμο για την ευρεία ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τα οφέλη της βιώσιμης μετακίνησης με έμφαση στη χρήση ηλεκτροκίνητων οχημάτων, ποδηλάτων και μέσων μαζικής μεταφοράς.

 

 

2. Ενεργειακή Αναβάθμιση στα δημοτικά κτίρια

Τα σχεδόν 300 δημοτικά κτίρια (δημοτικών υπηρεσιών και σχολείων) θα πρέπει να αυτονομηθούν ενεργειακά, ώστε να αυτοτροφοδοτούνται σε μόνιμη βάση από φωτοβολταϊκά και γεωθερμία που θα τοποθετηθούν στις στέγες και τις αυλές τους, τουλάχιστον σε όσα από αυτά είναι εφικτό. Σε συνδυασμό με εργασίες ενεργειακής αναβάθμισης, αυτό αποτελεί μια πολύ σημαντική επένδυση που θα κοστίσει αρχικά, όμως θα αποδώσει σε βάθος χρόνου, τόσο σε οικολογικό αποτύπωμα, όσο και οικονομικά.

Τα υφιστάμενα κτίρια έχουν δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας που μπορεί να υπερβεί το 60%. Το πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης θα ωφελήσει τους Δήμους χάρη στη μεγάλη μείωση των λειτουργικών εξόδων και επίσης τους εργαζόμενους χάρη στην καλύτερη ποιότητα διαβίωσης στους χώρους αυτούς. Η αναβάθμιση θα προβλέπει μόνωση του κτιριακού κελύφους, αντικατάσταση κουφωμάτων, αναβάθμιση του συστήματος κεντρικής θέρμανσης και του συστήματος κλιματισμού. Για τον σκοπό αυτό, οι Δήμοι θα πρέπει να επιδιώξουν διαθέσιμα κονδύλια από τα προγράμματα τύπου «Εξοικονομώ» που σχεδιάζονται και άλλα σχετικά, όπως του Πράσινου Ταμείου και της ΕΕ.

3. Δημοτικός φωτισμός

Ο δημοτικός φωτισμός παρουσιάζει επίσης μεγάλο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας που μπορεί να υπερβεί το 50%. Το σημαντικότερο ποσοστό κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα Δήμο προέρχεται από τον οδικό φωτισμό, για τον οποίο επίσης δαπανώνται σημαντικά ποσά ετησίως για συντήρηση και λειτουργία. Τα συμβατικά φωτιστικά του δικτύου φωτισμού οδών, πάρκων, πεζόδρομων και πλατειών που υπάρχουν σήμερα στο δήμο Θεσσαλονίκης έχουν μικρή διάρκεια ζωής, μεγάλη κατανάλωση ενέργειας σε σχέση με τη χαμηλή φωτιστική απόδοση, υψηλό κόστος συντήρησης και συχνής αντικατάστασης. Και το χειρότερο: επιβαρύνουν σημαντικά το περιβάλλον με διοξείδιο του άνθρακα. Σε σύνολο 21.000 φωτιστικών του δημοτικού δικτύου, περίπου τα 7.500 έχουν ήδη αντικατασταθεί την τελευταία πενταετία με led, μέσω του χρηματοδοτικού εργαλείου JESSICA και στο πλαίσιο έργων αναβάθμισης των δημοσίων χώρων. Τα υπόλοιπα είναι συμβατικής τεχνολογίας (νατρίου, αλογόνου, ιωδίου), χαμηλής απόδοσης και ενεργοβόρα, με ανάγκη σταδιακής αντικατάστασης.

4. Διαχείριση απορριμμάτων

Σύμφωνα με το επικαιροποιημένο Τοπικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων, ο κεντρικός στόχος του δήμου Θεσσαλονίκης είναι «η διαμόρφωση μιας κοινωνίας μηδενικών αποβλήτων, μέσω της πρόληψης δημιουργίας, της επαναχρησιμοποίησης και της ανακύκλωσης των αποβλήτων». Υπό το πρίσμα αυτό, θα πρέπει σε συνεργασία με τον αρμόδιο φορέα σε επίπεδο Περιφέρειας (ΦΟΔΣΑ Κεντρικής Μακεδονίας) να εντατικοποιηθεί η προσπάθεια παραγωγής ενέργειας από τα απόβλητα του πολεοδομικού συγκροτήματος, με χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών παραγωγής βιοαερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και με σεβασμό στο περιβάλλον. Απαραίτητη προϋπόθεση εδώ η εξασφάλιση της κοινωνικής συναίνεσης και η ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών σε συνδυασμό με την παροχή αντισταθμιστικών κινήτρων.

5. Πρασίνισμα δημοσίων χώρων

Το πράσινο απορροφά διοξείδιο του άνθρακα. Συμβάλλει σημαντικά στους στόχους της κλιματικής πολιτικής όσο και στην τοπική ποιότητα ζωής. Οι Δήμοι πρέπει να θέσουν αντικειμενικούς στόχους για την αύξηση της κάλυψης των εκτάσεών τους από δένδρα, θάμνους και γρασίδι. Θα μπορούσαν επίσης να πρασινίσουν τις επιφάνειες των κτιρίων τους. Βάσει ειδικών μελετών, θα είναι σε θέση να ποσοτικοποιήσουν το κλιματικό κέρδος αυτής της πρωτοβουλίας και να αποδείξουν ότι έτσι θα μειώσουν τις τοπικές θερμοκρασίες και θα αυξήσουν τους δείκτες υγείας και ευεξίας των δημοτών τους.

Θα πρέπει να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειες για να δημιουργηθούν μικροί και μεγάλοι ελεύθεροι και πράσινοι χώροι μέσα στον πυκνό αστικό ιστό. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί με τη θεσμοθέτηση και απόκτηση χώρων πρασίνου, ενίσχυση πρασίνου και χρήση διαπερατών υλικών στις αναπλάσεις κοινόχρηστων χώρων, φυτεμένα δώματα σε σχολικά κτίρια, και με την αντιμετώπιση του φαινομένου της αστικής θερμικής νησίδας με έργα βιοκλιματικής αναβάθμισης. Δημόσιες εκτάσεις, όπως η ΔΕΘ και τα ανενεργά στρατόπεδα, έχουν λόγω θέσης και μεγέθους κρίσιμη σημασία για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων και μάλιστα κατά προτεραιότητα.

6. Κλιματικά ουδέτερη Θεσσαλονίκη ως το 2050

Οι Δήμοι θα πρέπει να ενσωματώσουν στον επιχειρησιακό τους προγραμματισμό και τα στρατηγικά τους σχέδια όλες τις προτεραιότητες που αφορούν τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα, τη διαχείριση της ενέργειας και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Θα πρέπει να ετοιμαστούν κατάλληλα για να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες της νέας προγραμματικής περιόδου (ΕΣΠΑ 2021-2027) τα επόμενα χρόνια.

Οι Δήμοι θα πρέπει να μοιραστούν με τους δημότες το όραμά τους για μια κλιματικά ουδέτερη Θεσσαλονίκη. Θα πρέπει να τους ενημερώνουν τακτικά για το πρόγραμμά τους να εντάξουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην καθημερινότητα των δημοτικών υπηρεσιών, και να ενθαρρύνουν τους πολίτες να πράξουν το ίδιο. Η Θεσσαλονίκη θα πρέπει να ακολουθήσει τη φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050. Για αυτόν τον στόχο θα χρειαστεί εντατικότερη δουλειά μαζί με την κεντρική κυβέρνηση, την Περιφέρεια και πάνω από όλα την τοπική κοινωνία. Θα πρέπει να τεθούν στόχοι και χρονοδιαγράμματα για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, την αειφόρο υδροδότηση, τον εξηλεκτρισμό των οχημάτων, την κατανάλωση και παραγωγή ενέργειας, την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα και πολλά ακόμη.

Συχνά τα παραπάνω αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό, ως ουτοπικά ή ιδεολογικά. Ωστόσο, πρέπει να γνωρίζουμε ότι συνιστούν την τρέχουσα πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχουν ενταχθεί στους εθνικούς στόχους. Τα πρώτα κοινοτικά κονδύλια είναι ήδη διαθέσιμα. Συνιστά θέμα πολιτικής βούλησης να τα εντάξουμε στην καθημερινότητά μας σε τοπικό επίπεδο. Η στροφή σε βιώσιμες και αειφόρες τεχνολογίες έχει κρίσιμη σημασία για την οικονομική ανάπτυξη, την προστασία της φύσης και την ποιότητα ζωής, τόσο για εμάς όσο και για τις μελλοντικές γενιές.

Στον αιώνα της κλιματικής αλλαγής, η Θεσσαλονίκη πρέπει να συμμετέχει στις πολιτικές της αποτροπής αυτής της κρίσης και σε κάθε περίπτωση στην προσαρμογή. Ο δήμος Θεσσαλονίκης μπορεί να δώσει το παράδειγμα. Όσο και αν είναι μικρό το ενεργειακό αποτύπωμα των δημοτικών υπηρεσιών σε σχέση με την υπόλοιπη πόλη, μπορεί να λειτουργήσει παραδειγματικά, να συνεργαστεί με την τοπική κοινωνία και να δώσει το στίγμα ενός οικολογικού μοντέλου ανάπτυξης για όλη την πόλη και τη χώρα.

* Ο Γιάννης Καραμήτσιος είναι πρόεδρος του σωματείου «Θεσσαλονίκη 21ος αιώνας». Η Μαρία Ζουρνά είναι αρχιτέκτων, πρώην διευθύντρια Βιώσιμης Κινητικότητας και Δικτύων του δήμου Θεσσαλονίκης.

Φωτογραφίες από το αρχείο της κ. Ζουρνά.

*Δημοσιεύθηκε στη “ΜτΚ” στις 30.04.2022